Τά διηγήματα "Παραστάσεις κρατῆρος" Ἀθήνα 1073, "Ὁ μαῦρος Ἑρμῆς" Ἀθήνα 1977 καί ὁ "Σχιζοφρενικός θεός " 1983 ἐπανεκδόθηκαν ἀπό τήν Ἑστία σέ ἕναν τόμο μέ τόν γενικό τίτλο "Ὁ μαῦρος Ἑρμῆς" Ἑστία 2005
Γιατί ἐξακολουθοῦμε νά ἐκδίδουμε διηγήματα; Ἴσως ἐπειδή ἀποτυπώνουν τήν οὐσία τῆς λογοτεχνίας, τόν σκληρό της πυρήνα, ἀποκαλύπτοντας ἔτσι τόν ἀληθινό συγγραφέα. Μέ χαρμόσυνη πεποίθηση ἐπανεκδίδουμε στόν παρόντα συγκεντρωτικό τόμο τρεῖς παλαιότερες συλλογές διηγημάτων τῆς Ἑλένης Λαδιᾶ, μιᾶς συγγραφέως ἡ ὁποία ξεχωρίζει στό ἑλληνικό συγγραφικό τοπίο μέ τίς ἐπιδόσεις της σέ αὐτό τό εἶδος, τό ὁποῖο δέν ἐγκατέλειψε ποτέ. Πρόκειται γιά τίς συλλογές Παραστάσεις κρατῆρος (1973), ὁ μαῦρος Ἐρμῆς (1977) καί ὁ σχιζοφρενικός θεός (1983).
Ἡ Ἑλένη Λαδιᾶ, κατέχοντας τίς διόδους κατάβασης σέ καθετί μυστηριῶδες, ἀπό τήν μυθολογία καί τήν πνευματική ἀναζήτηση ὥς τίς μύχιες ὑπαρξιστικές ἀναταράξεις τοῦ ὄντος, στήνει στά διηγήματά της μοναδικά μικροσύμπαντα: Καθημερινοί ἄνθρωποι μέ φόντο τήν δικτατορία -οἱ ὁποῖοι δέν ἔγιναν ἥρωες, οὔτε ἀντιστασιακοί- βαρύνονται ἀπό τήν ἐνοχή κι ὑποφέρουν σέ δωμάτια καί κατακόμβες, ἐπειδή δέν μπόρεσαν νά νιώσουν πώς ἀνήκουν στό σύνολο (Παραστάσεις κρατῆρος).
Ἤ κατεβαίνουν στό ἀσυνείδητο συναπαντώντας "κοράλια καί τέρατα,'' μορφές ἀρχετυπικές πού τούς ἀνασύρουν στήν ἐπιφάνεια τῆς ζωῆς (Ὁ μαῦρος Ἑρμῆς).
Ἤ τέλος, ἀναζητοῦν εὐλαβικά τό πεπρωμένο τους ἐπειδή αὐτό τούς ἐξευγενίζει, τούς φέρνει πιό κοντά στό θεῖο. Πεπρωμένο βαρύ, πού καταγράφει τήν ἀνατροπή τῶν πραγμάτων κι ἕναν θεό τρελό, διασαλευμένο, σχιζοφρενικό σάν ἄνθρωπο.(Ὁ σχιζοφρενικός θεός.)
Γιατί ἐξακολουθοῦμε νά ἐκδίδουμε διηγήματα; Ἴσως ἐπειδή ἀποτυπώνουν τήν οὐσία τῆς λογοτεχνίας, τόν σκληρό της πυρήνα, ἀποκαλύπτοντας ἔτσι τόν ἀληθινό συγγραφέα. Μέ χαρμόσυνη πεποίθηση ἐπανεκδίδουμε στόν παρόντα συγκεντρωτικό τόμο τρεῖς παλαιότερες συλλογές διηγημάτων τῆς Ἑλένης Λαδιᾶ, μιᾶς συγγραφέως ἡ ὁποία ξεχωρίζει στό ἑλληνικό συγγραφικό τοπίο μέ τίς ἐπιδόσεις της σέ αὐτό τό εἶδος, τό ὁποῖο δέν ἐγκατέλειψε ποτέ. Πρόκειται γιά τίς συλλογές Παραστάσεις κρατῆρος (1973), ὁ μαῦρος Ἐρμῆς (1977) καί ὁ σχιζοφρενικός θεός (1983).
Ἡ Ἑλένη Λαδιᾶ, κατέχοντας τίς διόδους κατάβασης σέ καθετί μυστηριῶδες, ἀπό τήν μυθολογία καί τήν πνευματική ἀναζήτηση ὥς τίς μύχιες ὑπαρξιστικές ἀναταράξεις τοῦ ὄντος, στήνει στά διηγήματά της μοναδικά μικροσύμπαντα: Καθημερινοί ἄνθρωποι μέ φόντο τήν δικτατορία -οἱ ὁποῖοι δέν ἔγιναν ἥρωες, οὔτε ἀντιστασιακοί- βαρύνονται ἀπό τήν ἐνοχή κι ὑποφέρουν σέ δωμάτια καί κατακόμβες, ἐπειδή δέν μπόρεσαν νά νιώσουν πώς ἀνήκουν στό σύνολο (Παραστάσεις κρατῆρος).
Ἤ κατεβαίνουν στό ἀσυνείδητο συναπαντώντας "κοράλια καί τέρατα,'' μορφές ἀρχετυπικές πού τούς ἀνασύρουν στήν ἐπιφάνεια τῆς ζωῆς (Ὁ μαῦρος Ἑρμῆς).
Ἤ τέλος, ἀναζητοῦν εὐλαβικά τό πεπρωμένο τους ἐπειδή αὐτό τούς ἐξευγενίζει, τούς φέρνει πιό κοντά στό θεῖο. Πεπρωμένο βαρύ, πού καταγράφει τήν ἀνατροπή τῶν πραγμάτων κι ἕναν θεό τρελό, διασαλευμένο, σχιζοφρενικό σάν ἄνθρωπο.(Ὁ σχιζοφρενικός θεός.)