Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΙΣ

της Ελένης Λαδιά



Είναι γνωστή στους περισσοτέρους η ωραία και πολύτιμη, για το θέμα της, αγγειογραφία του Δούριδος, όπου απεικονίζονται σκηνές σχολείου στις εξωτερικές πλευρές της αττικής κύλικος του πέμπτου π.Χ. αιώνος. Στις παραστάσεις αυτές εικονίζονται ανηρτημένες λύρες, δάσκαλος και μαθητής που παίζουν λύρα, δάσκαλος που παίζει αυλό και ο μαθητής τον κοιτάζει, ενώ στο κέντρο των παραστάσεων δάσκαλος που κρατεί κύλινδρο, ξετυλιγμένο στην άκρη του, όπου διακρίνεται η αρχή διθυράμβου, αναφερομένου στα κατορθώματα του Αχιλλέως κοντά στον Σκάμανδρο ποταμό της Τροίας, καθώς και παράσταση δασκάλου που διαβάζει η διορθώνει τα γραπτά του μαθητή του. Στην άκρη των παραστάσεων απεικονίζονται οι παιδαγωγοί των νέων.1
Παρατηρείται λοιπόν ότι γραφή, ανάγνωση και μουσική ήταν στενώς συνδεδεμένες για την εκπαίδευση των νέων, όπως μας διδάσκει ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς. Η σημερινή όμως παιδεία αγνοεί τα έργα των φιλοσόφων μας, που φωτοδοτούν ολόκληρη την ανθρωπότητα και πράττει κάτι το βάναυσο και βαρβαρικό: τα σύγχρονα σχολικά προγράμματα μειώνουν τις ώρες των μαθημάτων της μουσικής και δεν βοηθούν στην διάσωση των μουσικών σχολείων.
Τα μαθήματα που οφείλουμε να δώσουμε στα παιδιά, γράφει ο Πλάτων στο Ζ’ βιβλίο των Νόμων, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Είναι η γυμναστική για την σωματική ανάπτυξη και η μουσική για την ψυχική καλλιέργεια. Η γυμναστική χωρίζεται σε χορό και πάλη. Ο Αθηναίος, ένας από τους τρεις συνομιλητές των Νόμων, (το προσωπείο του ιδίου του Πλάτωνος) λέγει επίσης πως οι συχνές αλλαγές και οι νεωτερισμοί αλλοιώνουν τον χαρακτήρα των νέων και φέρνουν κακό στην πόλη. Το αμετάβλητο επίσης των Νόμων επί πολλά έτη κάνει την ψυχή του ανθρώπου να σέβεται την παράδοση. Ποιος δαίμονας λοιπόν θέλει σήμερα να αψηφήσει την παράδοσή μας, όταν και στο μικρότερο χωριό ιθαγενών της ζούγκλας σέβονται την παράδοσή τους και λένε, φορώντας το σκουλαρίκι στην πλατιά τους μύτη, «αυτό είναι η παράδοσή μας.» Στην Ελλάδα λοιπόν οι ιθύνοντες της παιδείας φαίνεται πως δεν επιθυμούν την συνέχεια της ελληνικής παράδοσης, γι’ αυτό και κάθε νέος υπουργός παιδείας αλλάζει τα προγράμματα των σχολείων συσκοτίζοντας έτσι τους μαθητές. Στο πλατωνικό σχολείο έπρεπε απαραιτήτως να διδάσκονται μουσική και λύρα, διότι η καλή ανατροφή (Πολιτεία Γ,402Β) εξαρτάται από την μουσική εκπαίδευση. Ο Αριστοτέλης γράφει επίσης στα Πολιτικά, βιβλίο Θ: «Οι νέοι να διδάσκονται μουσική, διότι συμβάλλει στην δημιουργία του ήθους και της ψυχής. Η μουσική επιδρά στον χαρακτήρα, οι μελωδίες προκαλούν ενθουσιασμό, που ως ψυχικό πάθος συνδέεται με το ήθος. Οι μελωδίες είναι μιμήσεις ηθών (μιμήματα ηθών) κι αυτό φαίνεται από την φύση της αρμονίας, που με την αλλαγή της αλλάζουν και τα συναισθήματα του ακροατή. Άλλες μελωδίες ευφραίνουν την ψυχή και άλλες την θλίβουν. Γαλήνη προκαλεί μόνον ο δωρικός τρόπος, ενώ ο φρυγικός εμπνέει ενθουσιασμό. Έτσι ο Αριστοτέλης φρονεί πως η δωρική αρμονία ταιριάζει περισσότερο στην παιδεία.»2
Η δύναμις της μουσικής επιδρά ακόμη και στην πέτρα, αν θυμηθούμε την περίπτωση του μουσικού Αμφίονος, που με την χρυσή του λύρα παράσερνε πέτρες, με τις οποίες κτίσθηκαν τα τείχη της άλλοτε ανοχύρωτης Θήβας.
Σημειώσεις
  1. Μιχάλης Τιβέριος Ελληνική τέχνη, αρχαία αγγεία, Εκδοτική Αθηνών, 1996
  2. Ελένη Λαδιά Οι Έλληνες παίδες στην αρχαιότητα, Εκδόσεις Gema, 2010  

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΛΑΔΙΑ ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ



Της Ελένης Λιντζαροπούλου

Ο ταξιτζής υπομονετικά, σχεδόν με πατρική φροντίδα, αποβίβασε την τσιγγάνα με τα δύο παιδιά, το μωρό και το καροτσάκι που ερχόταν για το επισκεπτήριο, κάνοντας μας νόημα πως ήταν ελεύθερος. Συνήθως καλούσαμε ραδιοταξί αλλά εκείνη την ημέρα, χωρίς προφανή λόγο, δεν το κάναμε.

Μαζί με το τέλος της Σχολικής χρονιάς, έκλεινε ένας χρόνος επισκέψεών μας στο Σχολείο των Φυλακών και ο ενθουσιασμός για την ολοκλήρωση ενός στόχου διαδεχόταν την θλίψη για την απομάκρυνση από τον χώρο και τα παιδιά λόγω των θερινών διακοπών.  

Το να επιλέγεις να πας στη Φυλακή με το Έγκλημα και Τιμωρία ή την Φόνισσα, δεν είναι και το πλέον συνηθισμένο. Καλά καλά δεν είναι συνηθισμένο το να επιλέγεις την κλασσική λογοτεχνία ως αντικείμενο γνώσης γι αυτούς τους μαθητές. Η κουλτούρα της Φυλακής ή ακόμη και η δυσπιστία μας ως προς το επίπεδο των μαθητών – κρατουμένων, τα στερεότυπα και τόσα άλλα θα μπορούσαν να είχαν στρέψει τις επιλογές της συγγραφέως αλλού. Ακόμη ακόμη, θα μπορούσε να είχε επιλέξει να «μπει» στο χώρο με δικά της βιβλία, να τους μιλήσει για τα δικά της συγγραφικά πονήματα, που δεν είναι ούτε λίγα ούτε μη εγνωσμένης πνευματικής αξίας, ή και να επιδιώξει την δημοσιότητα και την προσωπική προβολή μέσα από αυτές της τις επισκέψεις.

Αντίθετα η Ελένη Λαδιά επέλεξε να συναντήσει το νου αυτών των παιδιών με εργαλείο τα έργα που θεωρούσε ότι ακόνισαν και τον δικό της νου, έργα των μεγάλων κλασικών. Ντοστογιέφσκι – Ουγκώ – Παπαδιαμάντης… αλλά και Σεντ Εξιπερύ. Αισθανόμενη η ίδια ως πνευματικός άνθρωπος, μπροστά στα ονόματα τους και το έργο τους, ακόμη χθεσινή, επέλεξε να διδάξει έργα αξεπέραστα, ικανά να ξεκλειδώσουν την ψυχή και την σκέψη των μαθητών – κρατουμένων.

Οι μαθητές την αισθάνονταν δικό τους άνθρωπο. Επέλεγε την επικοινωνία μαζί τους δια της αλήθειας και της αποδοχής, με την συναίσθηση της ευθύνης που έχουν οι πνευματικοί άνθρωποι για την πορεία αυτού του κόσμου, κουβαλώντας αδιαμαρτύρητα στην πλάτη της όλο το βάρος των εγκλημάτων τους.
-Τα παιδιά μου, τι κάνουν;
Αυτή ήταν η μόνιμή της ερώτηση, παρότι είχε να κάνει με ενήλικες και όχι παιδιά, ειπωμένη με άφατη τρυφερότητα και λαχτάρα, κάθε φορά που μιλούσαμε στο τηλέφωνο τις ημέρες που περνούσαν από μάθημα σε μάθημα.

Κάθε δεκαπέντε ημέρες, για έναν ολόκληρο χρόνο, χωρίς να λογαριάζει έξοδα και κόπο, 8.30 το πρωί, και κάποιες φορές πιο νωρίς, με περίμενε έξω από την Φυλακή, φορτωμένη βιβλία, για να περάσουμε μαζί τον έλεγχο και την πύλη. Με την βοήθεια του Διευθυντή του Σχολείου, του εκλεκτού μας πια φίλου, Γιώργου Ζουγανέλη, εξασφαλίζαμε κάθε φορά την άδεια εισόδου.

Το μάθημα κρατούσε ως τις 12 παρά… οι κρατούμενοι μαθητές έπρεπε τότε να επιστρέψουν στα κελιά τους κι εμείς να πάρουμε τον δρόμο για την έξοδο και την επιστροφή μας η κάθε μία στις υποχρεώσεις της.

Η μετακίνηση γινόταν πάντα με ταξί και πάντα ένας μικρός διάλογος ανοιγόταν ανάμεσα σ’ εμάς και στον οδηγό. Στις πρώτες «τυπικές» ερωτήσεις απαντούσα συνήθως εγώ.

-Δικηγόροι είστε;
-Όχι. Η κυρία είναι συγγραφέας.
-Συγγραφέας; Και τι κάνετε εδώ, γράφετε κάτι για την Φυλακή;
-Όχι, μαθήματα λογοτεχνίας.
-Για να μάθουν να γράφουν;
-Όχι. Για να μάθουν απλώς.

Εκείνη την ημέρα ο ταξιτζής ήταν πιο ομιλητικός. Ήθελε να μάθει. Όχι από περιέργεια αλλά από ενδιαφέρον.
Η Ελένη Λαδιά πρόθημα του εξήγησε πόσο σημαντικό θεωρούσε γι αυτά τα παιδιά να ασκήσουν το νου και την ψυχή τους μέσα από την σκέψη των μεγάλων δημιουργών, πόσο σημαντικό θα ήταν για την παραπέρα πορεία ζωής τους, αφού οι περισσότεροι έδειχναν ήδη έμπρακτα ότι το Σχολείο είχε ακονίσει θετικά το νου τους και είχε αλλοιώσει την εγκληματική συμπεριφορά τους. Είχαν αρχίσει να αλλάζουν. Κατανοούσαν την τιμωρία και την ποινή και αισιοδοξούσαν για το μέλλον και την ζωή τους μετά την αποφυλάκιση. Μετανοούσαν.

Ο ενθουσιασμός και η έμπρακτη αγάπη της, δεν φαινόταν μόνο στα λόγια της. Είχε αποδεικτικό την δωρεά ψυχής που κατέθετε σ’ αυτά τα παιδιά και την λαχτάρα της να συνεχίσει και την επόμενη χρονιά, όσο το δυνατόν περισσότερο.

Την αφήσαμε έξω από το σπίτι της. Το βάδισμά της πιο ξεκούραστο από το πρωί κι ας είχε διδάξει τόσες ώρες. Τα μαθήματα στους κρατούμενους της έδιναν φτερά.
«Σ’ ευχαριστώ που μ’ έβαλες Φυλακή». Ήταν το μόνιμό της λογοπαίγνιο, δηλώνοντας μου την χαρά της που η παρουσία μου στον Δήμο Κορυδαλλού της είχε ανοίξει την πόρτα του Σωφρονιστικού Καταστήματος.
«Εμείς σ’ ευχαριστούμε Ελένη Λαδιά. Μπορεί να επιδιώκουμε την απομάκρυνση των Φυλακών, όμως μιλάμε για τους τοίχους, οι άνθρωποι είναι άνθρωποι και κάνουμε γι αυτούς ό,τι είναι δυνατόν». 

Συνέχισα με το ταξί επιστρέφοντας στη δουλειά μου απαντώντας στις ερωτήσεις του οδηγού για το επίπεδο των μαθημάτων στο Σχολείο των Φυλακών, για τις δυνατότητες που είχαν να συνεχίσουν την εκπαίδευση, αλλά και για την πορεία της χώρας και την κρίση θεσμών και αξιών...

Στο φανάρι, πριν αποβιβαστώ, ο ταξιτζής, με χαιρέτισε και είπε, με έκφραση που φανέρωνε κάτι ανάμεσα στην συγκίνηση και την ελπίδα:

«Υπάρχουν ακόμη τέτοιοι άνθρωποι σ’ αυτή την πατρίδα;»


Αναδημοσίευση από το περιοδικό diastixo.gr

Στην φωτογραφία η Ελένη Λαδιά και ο Διευθυντής του Σχολείου των φυλακών Γιώργος Ζουγανέλης κατά την διάρκεια της ομιλίας του Δημάρχου Κορυδαλλού στα εγκαίνια της έκθεσης ζωγραφικής των μαθητών – κρατουμένων.