Η άποψη ενός κριτικού λογοτεχνίας διαμορφώνεται/εξελίσσεται συνεχώς, αλλάζοντας και την προσέγγισή του, από τα ίδια τα βιβλία με τα οποία ασχολείται. Αυτά του δείχνουν τις τάσεις και τις διαφοροποιήσεις της λογοτεχνίας και γενικότερα του γραπτού, που «τρέχει» για να εκφράσει το τώρα που θα γεννήσει το αύριο της γλώσσας και της γραπτής έκφρασής της. Ωστόσο, κάποια βιβλία της παγκόσμιας και ελληνικής λογοτεχνίας παραμένουν οι βάσεις και οι πυλώνες έκφρασης για όλους εμάς οι οποίοι ξεκινώντας από αυτά κάνουμε τα βήματά μας γράφοντας ή κρίνοντας.
Ένας από τους δικούς μου πυλώνες είναι τα βιβλία της Ελένης Λαδιά, μιας εκ των πλέον σημαντικών σύγχρονων Ελληνίδων πεζογράφων. Κάθε φορά που βρίσκομαι στις σελίδες των βιβλίων της, κάθε φορά λέω: «Εδώ είναι ο χώρος μου. Εδώ ανήκω!» Τώρα, μ’ έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που συνηθίζω, θα ασχοληθώ με κάθε διήγημα ξεχωριστά για να σας καταθέσω την άποψή μου για το βιβλίο της Ο έτυμος λόγος (Εκδόσεις Αρμός). Έντιμος ή καθαρός λόγος, είναι ένα βιβλίο το οποίο γράφτηκε το 1993, επτά χρόνια πριν αρχίσω να διαβάζω βιβλία της, πριν αρχίσω να έχω άποψη για το έργο της.
Διαβάζοντάς το, οι διαπιστώσεις και αξιολογήσεις μου πάνω στα κείμενά της παραμένουν οι ίδιες, ενώ ταυτόχρονα με το βιβλίο αυτό νιώθω σαν να πιάνω το νήμα της συγγραφικής της πορείας από τα αρχικά του στάδια. Τότε, που η εσωτερική της διαμάχη γινόταν ακόμη μεταξύ Θεού και Ανθρώπου –σαν αρχαία ελληνική τραγωδία ή σαν θέατρο Νο– προσπαθώντας να ερμηνεύσει την ύπαρξη ή όχι του Θεού και τη σχέση του ανθρώπου μαζί του, όπως επίσης, τη θέση του ατόμου μέσα στη δημιουργία. Μέσα στη ρευστότητα του χρόνου. Μέσα στο Σύμπαν.
Λέξεις που πάλλουν, εμπνέουν και βασανίζουν τη συγγραφέα, όπως οι αριθμοί τον μαθηματικό, οι νότες τον μουσικό και οι αποχρώσεις των χρωμάτων τον ζωγράφο.
Η μαγεία της γλώσσας, μέσα από την αρχοντιά των λέξεων, προβάλλει την καθαρότητα, προέλευση/ρίζα της, ενθυμίζοντας και όλους τους γραμματικούς κανόνες οι οποίοι τη διέπουν. Με αποτέλεσμα να αναδεικνύεται ταυτόχρονα ο πλούτος, η ευφυΐα και το κάλλος της ελληνικής γλώσσας. Η μαγεία αυτή γίνεται το χαλί πάνω στο οποίο «στρώνει» η Ελένη Λαδιά –για τον αναγνώστη της– όλες τις θεωρίες οι οποίες θα χρωματίσουν την καθημερινότητα των ηρώων της: θεωρίες περί θρησκείας, αιρέσεων, ιστορίας, μυθολογίας και φιλοσοφίας, για να «εγχαράξει» πάνω σε αυτές, όπως θα διάλεγε και η ίδια να εκφραστεί, όλες τις ανησυχίες, αμφισβητήσεις και βεβαιώσεις, οι οποίες τους/την κατατρώγουν. Ο Άνθρωπος πάντα το κέντρο των αφηγήσεών της. Γι’ αυτόν γράφει!
Ο έτυμος λόγος είναι ένα σύνολο δέκα διηγημάτων. Η συγγραφέας εναλλάσσεται μέσα σε αυτά πρωταγωνιστώντας και στα δύο φύλα, μιλώντας με την ίδια άνεση, σαν να είχε κάποτε βιώσει και τα δύο.
Το πρώτο διήγημα τιτλοφορείται «Μικρό ενύπνιο ή το όνομα του Θεού». Ο ήρωας χωρίς όνομα –τυχαία τον λένε Πέντε– δηλώνει πως οι λέξεις και τα ονόματα δεν έχουν νόημα, διότι η ανωνυμία είναι πηγή χάριτος και ελευθερίας. Ταυτόχρονα αναρωτιέται: Τ’ όνομα του Θεού, άραγε, ποιο είναι; Κι αν το όνομα δηλώνει την ουσία, τότε ίσως ο Θεός δεν μας γνωστοποιεί το όνομά του για να μη γίνει γνωστή η ουσία του. Κι όμως, στο όνειρό του μια φωνή τον πρόσταζε: «Διάβασε το όνομα του Θεού».
Στο διήγημα «Η αγάπη του πλησίον», ένας άλλος ήρωάς της περιγράφει τον δεσμό του με την αγαπημένη του. Την αγάπησε ως εαυτόν. Είχε σκεφθεί γι’ αυτήν τα πάντα. Ακόμη και πόσα βήματα έπρεπε να κάνει δεξιά και πόσα αριστερά, για να κάτσει στη μόνη πολυθρόνα που προοριζόταν γι’ αυτήν. Την έβλεπε συγκεκριμένη μέρα, ώρα και διάρκεια, σαν να ήταν γιατρός, και επειδή σκεφτόταν από πριν τα πάντα γι’ αυτήν, όταν αυτή αντιδρούσε, πρότεινε/απειλούσε: «Ή μένεις ή φεύγεις». Ένα κείμενο με θέμα του την αγάπη, την ελευθερία, την κτητικότητα και το ανύπαρκτο όραμα ενός ζευγαριού για το «η ζωή, μαζί».
Λίγο πιο κάτω, στο διήγημα «Αφαία αφανέρωτη», ένας άλλος έρωτας γνώσεων: αρχαιολογίας, μυθολογίας και Ιστορίας επιστρατεύεται από τη συγγραφέα στην αφήγησή της, για να υφάνει τον καμβά του θαυμασμού της προς τη θεά Αθηνά. Ενώ η Μελάνια στο διήγημα «Εφήμερη άμπελος» μιλά για έναν χορό ερωτικό γεμάτο από επιθυμίες, εικόνες, συγκινήσεις και οσμές, χορός, ο οποίος μπορεί ταυτόχρονα να ζωντανεύει και να αναγεννά το σώμα, αν και εφήμερος.
Στο διήγημα «Ιάλμενος» –επιλέγει τον Ιάλμενο, τον πιο άσημο ήρωα της Ιλιάδας– και καταπιάνεται με το γεγονός του Τρωικού πολέμου για να μιλήσει για τους άσημους και διάσημους ήρωες όχι μόνο του πολέμου, αλλά γενικότερα της ζωής. Ορθώνει έναν κορμό μυθολογίας και γνώσεων στο διήγημα αυτό, με το μόνο καταλυτικό στοιχείο για την ένωσή τους το θέλημα του θεού. Αυτήν την επικαλούμενη ανώτερη εξουσία, στο όνομα της οποίας το ρηθέν κατηγοριοποιείται σε «θέσφατο». Ωστόσο, στην αναμέτρηση αυτή θεών και ανθρώπων, ο θάνατος, το αίμα, η φρίκη του πολέμου, ο Ιάλμενος, καθώς και όλοι οι άλλοι διάσημοι ήρωες του Τρωικού πολέμου, κερδίζουν μόνο λίγο χώρο στην Ιστορία και την αιωνιότητα. Αυτήν που τους χάρισε η ματαιοδοξία τους και ο Όμηρος σε στίχους και ραψωδίες.
Στον «Έτυμο λόγο», διήγημα το οποίο δίνει και τον τίτλο του στο βιβλίο, η απόκτηση μιας κόπιας ενός βιβλίου –η μετάφραση των Αργοναυτών του Απολλωνίου του Ροδίου του 1935, όταν η ίδια δεν είχε ακόμη γεννηθεί– παρατείνει την παραμονή της σ’ ένα νησί. Οι λέξεις μέσα σε αυτό την έλκουν. Λέξεις που πάλλουν, εμπνέουν και βασανίζουν τη συγγραφέα, όπως οι αριθμοί τον μαθηματικό, οι νότες τον μουσικό και οι αποχρώσεις των χρωμάτων τον ζωγράφο. Ανακαλύπτει και αποκαλύπτει αυτόν τον έρωτά της για τις λέξεις –χωρίς να γίνεται λεξιλάγνος–, τις πλάθει και πλάθεται από αυτές αναδεικνύοντας διαρκώς τον πλούτο και το κάλλος τους. Με αποτέλεσμα, οι λέξεις στην πένα της μετατρέπονται σε κοσμήματα με τα οποία συνθέτει το ψηφιδωτό της ζωής των ηρώων της.
Στο διήγημα «Τα ηλιοτρόπια», η ηρωίδα αφηγείται ταξίδια του νου και των τόπων. Θυμάται τότε που γλιστρούσαν με μια φελούκα στα νερά του Νείλου. Μια φωτογραφία μιας στιγμής του τότε, η οποία έχει τη δύναμη χρόνια μετά να φωτίζει τον νου, να ζωντανεύει την τότε έλξη και πόθο που εκδηλώνεται στο σώμα, το οποίο αγνοεί το διαχωριστικό που θέτουν δόγματα και θρησκείες.
Διαχέει τις γνώσεις και την αύρα της στους ήρωές της και υπερίπταται των κειμένων της δίνοντάς τους ζωή από τη ζωή της, χαρίζοντάς τους ταυτόχρονα το αυτεξούσιο της ύπαρξής τους, για να μπορέσουν μέσα από τον χρόνο να πάρουν τις απαντήσεις.
Παρακάτω, στο «Διπλό πνεύμα», οι Σήθος και Μήνης παρουσιάζονται σαν δύο διαφορετικοί ήρωες να είναι ένας. Σαν δύο δοχεία που έχουν το ίδιο υγρό, δίνουν τη μάχη του καλού και του κακού. Με φιλοσοφικές και χριστιανικές προσεγγίσεις, η συγγραφέας μέσα από τους ήρωές της μιλά για τη δημιουργία και με τις αμφιβολίες να βαθαίνουν τις ρωγμές στην εδραίωση της πίστης, ενώ ο χρόνος ενέχει θέση μάγου. Μέσα του ίσως να κρύβει/εμπεριέχει το μυστικό όνομα του Θεού. «Πώς το λένε, αλήθεια;» ρωτά και ο αναγνώστης μαζί της. Ωστόσο, ο εξοικειωμένος με τα βιβλία της αναγνώστης θα μπορούσε να πει πως το κείμενο αυτό είναι ο σπόρος που καρποφόρησε το βιβλίο της Θεοφόροι και δαιμονοφόροι 25 χρόνια αργότερα.
Και, τέλος, «Ο δαίμων της λύπης» έρχεται να παραπέμψει στο απόσπασμα του Ευάγριου του Μοναχού: «Πάντες οι δαίμονες φιλήδονον διδάσκουσι την ψυχήν, μόνος δε ο της λύπης δαίμων τούτου πράττειν ου καταδέχεται». Ήρωάς της ο Τιμόθεος – αν και γεμάτος από αμφιβολίες για την αξία της ζωής και των περιεχομένων της, ζούσε φυσιολογικά. Είχε ενδιαφέροντα, αγάπησε, ερωτεύτηκε… ωστόσο, ο κόσμος φάνταζε μηδαμινός, χάρτινος στα μάτια του, κλέβοντας σιγά σιγά τη χαρά και το χαμόγελο από τα χείλη του. Μια θλίψη τον κατέλαβε, μέχρι που ο Σωφρόνιος ήρθε να του αφαιρέσει τη ζωή, αφού κατά τη γνώμη του Τιμόθεου δεν είχε καμία αξία και καμία χαρά να του δώσει…
Η Ελένη Λαδιά στο βιβλίο της αυτό στέκει αγέρωχη απέναντι σε όλες τις θεωρίες, γεμάτη από αντιρρήσεις και αμφιβολίες για την ύπαρξη του Θεού, της δικαιοσύνης, του Σύμπαντος και της δημιουργίας. Η αρχιτεκτονική κάθε διηγήματός της έχει την αρτιότητα ενός τέλειου συγγραφικού εγχειρήματος, με την ευφυΐα της σύλληψης, της ανάπτυξης του θέματος, αλλά και την ποικιλία των θεμάτων τα οποία κάθε φορά διαχειρίζεται, με αποτέλεσμα η γραφή της να κατατάσσεται στα μοναδικά διηγήματα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Διαχέει τις γνώσεις και την αύρα της στους ήρωές της και υπερίπταται των κειμένων της δίνοντάς τους ζωή από τη ζωή της, χαρίζοντάς τους ταυτόχρονα το αυτεξούσιο της ύπαρξής τους, για να μπορέσουν μέσα από τον χρόνο να πάρουν τις απαντήσεις. Είναι και ο χρόνος ένας σημαντικός πρωταγωνιστής των βιβλίων της.
Κατά τη γραφή αυτού του βιβλίου, ούσα ακόμη πλήρης ανθρώπων γύρω της που αγαπά και την αγαπούν, ο πόνος της απώλειας δεν έχει λαξεύσει τη γραφή και την ψυχή της. Πόνος τόσο έκδηλος στο έργο της τελευταία, ο οποίος την κάνει να είναι ταυτόχρονα αγέρωχη και ευάλωτη, αλλά και τόσο εξαιρετικά ποιητική.
Το έχω αναφέρει πολλάκις στα κείμενά μου και δεν θα πάψω να το επαναλαμβάνω συνεχώς, πως για όλα τα ανωτέρω συγγραφικά χαρίσματα, το κάλλος της γλώσσας, τις εμβόλιμες θεωρίες, οι οποίες μετεωρίζουν τα κείμενά της μεταξύ καλού και κακού, μεταξύ Θεού και ανθρώπου, μεταξύ πραγματικού και φανταστικού, καθώς και το ήθος το οποίο αναβλύζει μέσα από αυτά, τα βιβλία της πρέπει να διδάσκονται στα σχολεία.
ΠΗΓΗ: diastixo.gr