Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Με την Ελένη Λαδιά στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας των Δικαστικών Φυλακών Κορυδαλλού



Τον ξέρεις τον καιρό στην Ελλάδα, άμα τον πιάσουν τα ανάποδά του κάνει του κεφαλιού του. Σήμερα ήταν μια τέτοια μέρα. Ο καιρός είχε τα νεύρα του και τα μαλλιά μας είχαν τα χάλια τους μαζί με τα ρούχα και τα παπούτσι μας που μουσκεύτηκαν από την βροχή. Μα ποιος θα νοιαζόταν για ρούχα και παπούτσια; Για μαλλιά; Ούτε λόγος… 
Ήταν τόσο σημαντική η μέρα που ο καιρός δεν θα επιτρέπαμε να μας τα χαλάσει.

 

Το ραντεβού μας κλεισμένο εδώ και τρεις εβδομάδες. Τόσος καιρός χρειάστηκε για να μελετήσουν οι μαθητές το κείμενό σου και να γνωρίσουν , έστω και λίγο, το έργο σου.
Περάσαμε την πύλη υπό βροχή στις 9.00 ενώ είχαμε πει 9.30. Σιγά που δεν θα ερχόσουν πιο νωρίς… Εγώ ένα βήμα από τα σχολείο και παρόλα αυτά εσύ έφτασες πριν από μένα από τόσο μακριά. Βλέπεις δεν με ακούς, είσαι ανυπόμονη. Όχι σαν παιδί, σαν ερωτευμένη. Ερωτευμένη με την γνώση και παράφορα δοσμένη στον λόγο. Θα μου πεις, πώς θα γινόταν αλλιώς;
Ναι, δεν θα γινόταν. Είσαι συγγραφέας.  


Ούτε τα προσχήματα δεν άντεχες να κρατήσεις…  «πού είναι η τάξη;», όλο ρωτούσες μέχρι να περάσουμε τους διαδρόμους. Δεν σ’ ενδιέφερε κανείς άλλος, μόνο τα παιδιά.
Και πολύ καλά έκανες. Φάνηκε στο τέλος. Τότε που οι μαθητές σχεδόν σε αγκάλιαζαν για να σου δείξουν πόσο κοντά τους σε ένιωσαν, πόσο τους άγγιξαν αυτά που τους είπες.  Πώς ανορθωνόταν το σώμα σου σαν τους μιλούσες… έτσι αναλήπτεται ο πνευματικός άνθρωπος. 
Θεία μυσταγωγία, μετάληψη. 

 
Πόσο σε θαύμασα για την αλήθεια σου την γεννημένη από την αγωνία να μοιραστείς, να κεντρίσεις, να δώσεις.  Μίλησες για την Λογοτεχνία, για την γλώσσα, για το ωφέλιμον της ανάγνωσης.  «Να διαβάζετε, έστω και μια σελίδα την ημέρα.» Μίλησες για τη συγγραφή με τόσο ήθος και απλότητα, με τόση αλήθεια. «Τι σκέφτεστε και τα γράφετε όλα αυτά, τα συζητάτε με κανέναν;», ρωτούσαν τα παιδιά γοητευμένα από την τέχνη του λόγου σου. Κι εσύ με την γλυκύτητα σου όλη άπλωσες τα χέρια και τους την χάρισες αυτή την τέχνη. Έτσι έπρεπε. «Κοιτάξτε, θα σας πω κάτι θεολογικό.», είπες, «Μία η Χάρις, πολλά τα χαρίσματα. Κι η συγγραφή είναι ένα από τα πολλά χαρίσματα.» Κι ένοιωσαν ξαφνικά όλα εκείνα τα παιδιά με τα μελένια μάτια να χουν ισάξια χαρίσματα. Άλλος έπαιζε άξια μπάλα, άλλος ήταν σπουδαίος μάγειρας, άλλος κατείχε την τέχνη του μαραγκού.  Κι ομόρφαιναν ετούτες όλες οι χάρες από τον λόγο σου, πλάταιναν, ψήλωναν και ψήλωναν μαζί εκείνοι που τις κατείχαν. Αυτό είναι η ένδειξη της μεγαλοσύνης.  
Γι αυτό σήμερα σε αγάπησα λίγο ακόμη κι ας νόμιζα πως δεν πάει άλλο…  Για κείνη τη μεγαλοσύνη της χάριτος.  Κείνο το χάρισμά σου το μαγικό.  

 

Σ’ αγάπησαν, έστω και μια στάλα, κι εκείνοι, οι περίπου εικοσιπέντε κρατούμενοι μαθητές, τα εικοσιπέντε παιδιά. Τι όμορφα το απόγευμα όλο σκέψη μου είπες: « νος μου εναι κόμη στά παιδιά, γιατί παιδιά εναι, πλανημένα λλά παιδιά!» 
Κι οι καθηγητές που φρόντισαν να ανοίξει η κουβέντα με τις ερωτήσεις τους. Ειδικά η φιλόλογος, η ακούραστη Σοφία Αντωνιάδου που δίδαξε στους μαθητές  τον Ονειρόσακό σου και ετοιμάζει πράγματα και θαύματα στην βιβλιοθήκη.
Κι ο Διευθυντής του σχολείου, ο Γιώργος Ζουγανέλης, πόσο πολύτιμα τα λόγια του στην κατοπινή κουβέντα του μαζί μου. 


«Ερχόμενη στο χώρο μας προσέδωσε ήθος, ελπίδα, ανθρωπιά. Κλείδωσε συναισθήματα που θα βοηθήσουν στη ρότα τους για ελευθερία. Δημιούργησε εντυπώσεις ανεξίτηλες με την αγάπη της της συγγραφής. Πριν διαβάσω το κείμενό της και κατά τη διάρκεια της συνάντησής μας, διαισθανόμουν πως κάτι μαργαριταρένιο, στοχευμένο έκρυβε το πολυγραφ-ώ-τατο άτομο. Δεν με διέψευσε το ένστικτό μου, σε ευχαριστώ που την ένιωσα.»  

Η σχέση μου με το σχολείο των φυλακών είναι ένα από τα πολλά δώρα της δουλειάς μου. Δουλεύοντας στις δημόσιες σχέσεις του Δήμου Κορυδαλλού έχω την ευκαιρία να ζω στην πράξη την κουβέντα του Δημάρχου, του Σταύρου Κασιμάτη: «Εμείς θέλουμε να φύγουν οι τοίχοι. Άλλο οι τοίχοι και άλλο οι άνθρωποι. Γι αυτούς κάνουμε όλα όσα μπορούμε.» 

Θα ξαναπάμε στο Σχολείο των Φυλακών Κορυδαλλού, το ξέρω. Ποτέ όμως πια δεν θα είναι «πρώτη φορά».  Μπορεί να είναι καλύτερα, μαγευτικά, ουσιαστικά και ακόμη πιο στοχευμένα, εξάλλου, δήλωσες διαθέσιμη να πηγαίνεις δυο φορές, ίσως και παραπάνω, το μήνα για να διαβάζετε μαζί με τους μαθητές και να αναλύετε τους κλασσικούς της σκέψης, τον Ντοστογιέφσκι που τόσο αγαπάς…
Όμως αυτή η πρώτη φορά θα μείνει αξέχαστη. 

Έτσι είναι οι «πρώτες φορές» όλες. Καθορίζουν καλά ή κακά τη συνέχεια.


Ελένη Λιντζαροπούλου
18-5-2012