Παρακολουθώ με προσοχή τα βήματα της Ελένης Λαδιά, επειδή πρόκειται για συγγραφέα που πάντοτε έχει να πει κάτι συγκεκριμένο. Η Λαδιά είναι τίμια με τον αναγνώστη: αφηγείται, δεν ακκίζεται.


Στην «Ταραντούλα» η Λαδιά στήνει ένα μηχανισμό για να αφηγηθεί και ό,τι δηλώνεται ως προσωπική ιστορία όπως και ό,τι δηλώνεται ως κρυμένη ιστορία του γνωστικισμού. Για να το επιτύχει αυτό το αδιανόητο (μιαν αντικειμενική μελέτη μέσα σε μιαν υποκειμενική περιπέτεια) δεν καταφεύγει στο στυλ: το παραμέρισε -- και γι αυτό το κατέκτησε.
Διαβάζοντας την «Ταραντούλα», εφ όσον γνωρίζεις το μυθιστορηματικό έργο της Λαδιά, βλέπεις ότι η συγγραφέας δεν φοβάται πια να έχει αβεβαιότητες, ψυχολογικά κενά, αντιφάσεις. Το αντίθετο, τα αφήνει όλα να λάμπουν σαν στάλες πάνω στον ιστό της αράχνης.
Βρίσκω πάρα πολύ καλή την εικόνα του διόροφου κτίσματος, με την οποία έδωσε αρχιτεκτονική στο εσωτερικό χάσμα .Το ερώτημα που μπαίνει στον αναγνώστη, είναι τί προσφέρει αυτή η συνύπαρξη, ο διόροφος (έστω) εγκέφαλος. Φαίνεται σαν να πρόκειται για δυό παράλληλες γραμμές, που δεν ενώνονται ποτέ. Πρέπει να πιάσει τον αναγνώστη μια ρέμβη πάνω στο κείμενο, για να δεί ότι οι γραμμές είναι δυό (η λογική και το συναίσθημα), αλλά δεν είναι μόνο δυό. Η λογική γραμμή γράφεται όχι από έναν προφεσόρο αλλά από έναν εραστή του σβυσμένου, της σκιάς, από ένα επιδέξιο αλιέα του μύθου μέσα στη λογική. Δεν είναι λοιπόν μία γραμμή, συνεπής στον εαυτό της. Η συναισθηματική γραμμή είναι κι αυτή περισσότερες από μιά. Η κάθε "ιστορία" (ο Ευμένης, η Στρατονίκη, και κάθε άλλος πρωταγωνιστής), είναι όστρακα που ο αρχαιολόγος-αναγνώστης μπορεί να τ΄ αφήσει ως έχουν αυτόνομα ή μπορεί να τα συνενώσει καταργώντας το αυτόνομο κι αναζητώντας μια γενική διέπουσα, κρυμένη κάπου στο μυθικό πρόσωπο της λογικής, στο λογικό πρόσωπο της ψυχής.
Και ναι, τελικά, η υφάντρα, η κρυμένη μέσα στα νήματα του κειμένου, η Ταραντούλα, μένει ο παρέχων τον κυρίαρχο ρυθμό του ανθρώπου, κυρίαρχο και των θεών βεβαίως.
Παν. Δρακόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ: ΕΠΟΠΤΕΙΑ